αθάνατος(アサーナトス)は「不死の、不滅の、永遠の」という意味の形容詞・男性名詞です。
Contents
αθάνατος - 語源・由来・派生
- 古代ギリシャ語:θνῄσκω|死ぬ
- 古代ギリシャ語・ギリシャ語:θάνατος|死
- 古代ギリシャ語:ἀ-|否定の接頭辞
- 古代ギリシャ語:ἀθάνατος|不死の、不滅の、永遠の
- ギリシャ語:αθάνατος|不死の、不滅の、永遠の(形容詞)/ 不死の人、神々(名詞)
- 古代ギリシャ語:ἀθάνατος|不死の、不滅の、永遠の
比喩的に「神々」を表すこともありますが、基本的には複数形で不特定の神々を指します。特に「唯一神」をこの言葉で表すことはありません。
αθάνατος - 形容詞
主な意味
- 不死の、不滅の、不朽の
- 永遠の、永遠に続く
読み方
アサーナトス
ラテン文字(ローマ字)表記
athanatos
英語訳
- immortal, deathless, undying
- eternal, everlasting
語形変化
単数
男性 | 女性 | 中性 | |
---|---|---|---|
主格 | αθάνατος アサーナトス | αθάνατη アサーナティ | αθάνατο アサーナト |
属格 | αθάνατου | αθάνατης | αθάνατου |
対格 | αθάνατο | αθάνατη | αθάνατο |
呼格 | αθάνατε | αθάνατη | αθάνατο |
複数
男性 | 女性 | 中性 | |
---|---|---|---|
主格 | αθάνατοι | αθάνατες | αθάνατα |
属格 | αθάνατων | αθάνατων | αθάνατων |
対格 | αθάνατους | αθάνατες | αθάνατα |
呼格 | αθάνατοι | αθάνατες | αθάνατα |
用例
- Η ανθρώπινη ψυχή είναι αθάνατη.
イ アンスロピニ プシヒー イネ アサーナシ
人の魂は不滅です。
- Έγραψε το αθάνατο ποίημά του.
エグラプセ ト アサーナト ピーマ トゥ
彼は不朽の詩を書いた。
αθάνατος - 名詞(男性名詞)
主な意味
- 不死の人
- (複数形で、比喩的に)神々
読み方
アサーナトス
ラテン文字(ローマ字)表記
athanatos
英語訳
- immortal
- gods
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | αθάνατος | αθάνατοι |
属格 | αθανάτου | αθανάτων |
対格 | αθάνατο | αθανάτους |
呼格 | αθάνατε | αθάνατοι |
αθάνατος - 関連項目
同じ品詞 [形容詞] の単語
- γαλάζιος|青い、青色の、穏やかな海のような青色の
- αιμάτινος|血のように赤い、血まみれの
- νέος|新しい、若い、若々しい、現代的な
- πορφυρός|貝紫色の
- γκρίζος|灰色の、グレーの
- παντοτινός|永遠の
- γαλανός|青い、青色の、穏やかな海のような青色の
- ερυθροκύανος|紫色の
- κόκκινος|赤い、赤色の
同じ品詞 [男性名詞] の単語
- νους|心、思考、頭脳
- κριός|オスの羊、雄羊、おひつじ座、牡羊座、破城槌
- ίσκιος|影、陰
- σύζυγος|配偶者、夫、妻
- λίθος|石
- ταύρος|(未去勢の)雄牛、牡牛、おうし座、牡牛座
- σκύλος|イヌ、犬、オスの犬、努力家、野蛮な人
- Βοώτης|うしかい座、牛飼い座
- τοξότης|射手、アーチャー、弓兵、いて座、射手座
- αδερφός|兄弟、兄、弟
同じ品詞 [男性名詞-ος-οι] の単語
- ποταμός|川、河川
- ηλίανθος|ヒマワリ、向日葵
- θεός|神
- φασιανός|キジ、雉
- νάρκισσος|スイセン、ナルシスト
- ταύρος|(未去勢の)雄牛、牡牛、おうし座、牡牛座
- αποκρυφισμός|オカルト、オカルティズム、隠秘学、神秘学
- πηλός|粘土
- λίθος|石