αστεροειδής(アステロイディス)は「星型の・星のような、小惑星」という意味の形容詞・男性名詞です。
目次
αστεροειδής(アステロイディス)- 語源・由来
古代ギリシャ語から継承された単語です。英語のasteroidと語源をともにします。
形容詞「星型の、星のような」が原義。「小惑星」としての用法は、フランス語のastéroïdeからの借用によるものです。
- 古代ギリシャ語:ἄστηρ|星
Οι πρώτοι αστεροειδείς ανακαλύφθηκαν στις αρχές του 19ου αι.
小惑星が初めて発見されたのは19世紀初頭のことです。
The first asteroids were discovered in the early 19th century.
αστεροειδής γλυκάνισος
アステロイディス グルカニソス
スターアニス・八角
star anise
αστεροειδής(アステロイディス)- 関連項目
同じ分類 [天文学] の単語
- διάστημα|間隔・隔たり・期間、空白・スペース、宇宙・宇宙空間・外宇宙、音程
- άστρο|星
- σέλας|オーロラ、光、輝き
- αστέρας|星、恒星
- ήλιος|太陽、日光・昼光、ヒマワリ、ヘリオス
- ημερολόγιο|暦、カレンダー、日記・日誌(帳)
- πεφταστέρι|流れ星
- έκλειψη|蝕、食
- αστέρι|星
同じ品詞 [形容詞] の単語
- βυσσινής|クリムゾンの
- κυανός|青色の、シアンの
- λουλακής|インディゴブルーの、藍色の、深い・濃い青色の
- αθάνατος|不死の、不滅の、永遠の
- πορτοκαλής|オレンジ色の
- μεγάλος|大きい、高い、長い
- παντοδύναμος|神、全能者
- ζοφερός|とても暗い、真っ暗な、悲観的な、不吉な
- χαλαρός|リラックスした、緩んだ、たるんだ
- αιμάτινος|血のように赤い、血まみれの
同じ品詞 [男性名詞] の単語
- Δελφίν|いるか座
- Βόρειος Στέφανος|かんむり座
- ηλίανθος|ヒマワリ
- αχάτης|瑪瑙・メノウ・アゲート・アゲット
- Ιχθύες|うお座
- τρελός|狂った、正気でない、愚かな/狂人、ビショップ(チェス)、愚者(タロット)
- άργιλος|粘土
- τροχός|車輪
- χαμαιλέοντας|カメレオン
- στρατιώτης|兵士・軍人、兵・兵卒、ポーン(チェス)
関連ページ
関連カテゴリー
αστεροειδής(アステロイディス)- 形容詞
主な意味
- 星型の、星のような
読み方
- アステロイディス|αστεροειδής
ラテン文字(ローマ字)表記
- asteroeidis
英語訳
- star-shaped, starlike
語形変化
男性 | 女性 | 中性 | |
---|---|---|---|
単数 | |||
主格 | αστεροειδής | αστεροειδής | αστεροειδές |
属格 | αστεροειδούς | αστεροειδούς | αστεροειδούς |
対格 | αστεροειδή | αστεροειδή | αστεροειδές |
呼格 | αστεροειδή, αστεροειδής | αστεροειδής | αστεροειδές |
複数 | |||
主格 | αστεροειδείς | αστεροειδείς | αστεροειδή |
属格 | αστεροειδών | αστεροειδών | αστεροειδών |
対格 | αστεροειδείς | αστεροειδείς | αστεροειδή |
呼格 | αστεροειδείς | αστεροειδείς | αστεροειδή |
αστεροειδής(アステロイディス)- 男性名詞
主な意味
- 小惑星
読み方
- アステロイディス|αστεροειδής
ラテン文字(ローマ字)表記
- asteroeidis
英語訳
- asteroid
語形変化
形容詞の男性形と同じように語形変化します。この-ης, -ειςに属する名詞はわずかです。