σέλινο(セリノ・セーリノ)は「セロリ」という意味の中性名詞です。
目次
σέλινο(セリノ・セーリノ)- 語源・由来
古代ギリシャ語から。
ミケーネ・ギリシャ語(線文字Bのやつ)にも似た語があることから、ギリシャ祖語に起源をもつものと考えられています。
- 古代ギリシャ語:σέλινον|セロリ
- ギリシャ語:σέλινο|セロリ
- ラテン語:selinum, selinon|パセリ、キンポウゲ
- フランス語:céleri|セロリ
- 英語:celery|セロリ
- フランス語:céleri|セロリ
なお「パセリ, parsley」も古代ギリシャ語のセロリに由来します。
- 古代ギリシャ語:πέτρος|石の
- 古代ギリシャ語:σέλινον|セロリ
- ギリシャ語:σέλινο|セロリ
- 古代ギリシャ語:πετροσέλινον|パセリ(石のセロリ)
- ギリシャ語:πετροσέλινο|パセリ(フォーマル)
- ラテン語:petroselinum|パセリ
- 古フランス語:peresil|パセリ
- 英語:persely|パセリ
- 古フランス語:peresil|パセリ
σέλινο(セリノ・セーリノ)- 関連項目
同じ分類 [食べ物] の単語
- ζυμαρικό|パスタ
- ροδάκινο|桃
- μαϊντανός|パセリ
- μήλο|リンゴ
- βερίκοκο|アンズ
- αγκινάρα|アーティチョーク
- μαλλί της γριάς|綿菓子・綿飴・わたあめ
- κεράσι|サクランボ
- κουνουπίδι|カリフラワー
- σύκο|イチジク
同じ分類 [野菜] の単語
- κολοκύθα|カボチャ、南瓜
- αγγούρι|キュウリ、胡瓜
- κουνουπίδι|カリフラワー
- λάχανο|キャベツ
- αγκινάρα|アーティチョーク
- μαρούλι|レタス
- μαϊντανός|パセリ
同じ分類 [植物] の単語
- πρωινή χαρά|アサガオ
- βερικοκιά|アンズの木
- κεράσι|サクランボ
- αχλαδόμηλο|ナシ、梨、和梨
- άνθος|花
- σύκο|イチジク
- καπνός|煙、タバコ・煙草
- λινάρι|亜麻
- αγκινάρα|アーティチョーク
- αχλαδομηλιά|ナシの木、和梨の木
同じ品詞 [中性名詞] の単語
- κουνουπίδι|カリフラワー
- απόφθεγμα|格言、名言
- σκυλάκι|子犬、金魚草
- διαμάντι|ダイヤモンド
- πέτρωμα|岩石、岩
- κεράσι|サクランボ
- μπλε|青、青い
- ζυμαρικό|パスタ
- λιλά|ライラック色
- φίδι|ヘビ・蛇
同じ品詞 [中性名詞-ο-α] の単語
- ρόδο|バラ
- σύκο|イチジク
- ποτό|飲み物
- κρίνο|ユリ
- ξενοδοχείο|ホテル
- διαβατήριο|パスポート、旅券
- ζυμαρικό|パスタ
- άστρο|星
- νερό|水
- λάχανο|キャベツ
関連ページ
関連カテゴリー
σέλινο(セリノ・セーリノ)- 中性名詞
主な意味
- セロリ
読み方
- セリノ・セーリノ|σέλινο
ラテン文字(ローマ字)表記
- selino
英語訳
- celery
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | σέλινο セリノ・セーリノ | σέλινα セリナ・セーリナ |
属格 | σελίνου, σέλινου | σελίνων |
対格 | σέλινο | σέλινα |
呼格 | σέλινο | σέλινα |