πικραλίδα(ピクラリーダ)は「タンポポ(セイヨウタンポポ)、チコリー」という意味の女性名詞です。
目次
πικραλίδα(ピクラリーダ)- 語源・由来
語源は不明ですが、野生の薬用植物、特に苦いものを指す言葉だったようです。現在では主に、タンポポやチコリーなどを指します。
πικραλίδα(ピクラリーダ)- 関連項目
同じ分類 [花] の単語
- ταραξάκο|タンポポ、セイヨウタンポポ
- πρωινή δόξα|アサガオ
- γαρδένια|クチナシ、梔子
- νάρκισσος|スイセン、ナルシスト
- ανεμώνη|アネモネ
- μενεξές|スミレ
- λείριον|ユリ、百合
- λινάρι|亜麻
- ιπομοία|アサガオ
- κρίνο|ユリ
同じ品詞 [女性名詞] の単語
- ώρα|…時、時間
- βροντή|雷、雷鳴
- χορδή|弦・弓弦
- χαλαρός|リラックスした、緩んだ、たるんだ
- ορτανσία|アジサイ
- ανεμώνη|アネモネ
- πατρίδα|祖国、母国、故郷、出生地、発祥地
- ανασαιμιά|呼吸、息、息抜き、休息
- ανάσταση|復活、再生
- ενσυναίσθηση|共感、エンパシー
同じ品詞 [女性名詞-α-ες] の単語
- ανάσα|呼吸、息、息抜き、休息
- πραγματικότητα|現実、現存
- αχλαδομηλιά|ナシの木、和梨の木
- θεότητα|神・女神、神々、神性、神格
- φωτογραφία|写真
- φλόγα|炎・火炎
- τουλίπα|チューリップ
- βασίλισσα|女王、王妃、クイーン(チェス)
- ελιά|オリーブ、オリーブの木
- βερικοκιά|アンズの木
関連ページ
関連カテゴリー
πικραλίδα(ピクラリーダ)- 女性名詞
主な意味
- タンポポ、セイヨウタンポポ
- チコリー
読み方
- ピクラリーダ|πικραλίδα
ラテン文字(ローマ字)表記
- pikralida
英語訳
- dandelion, common dandelion, Taraxacum officinale
- chicory
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | πικραλίδα | πικραλίδες |
属格 | πικραλίδας | πικραλίδων |
対格 | πικραλίδα | πικραλίδες |
呼格 | πικραλίδα | πικραλίδες |