ελπίδαは「希望、期待」という意味の女性名詞です。
目次
ελπίδα(エルピーダ) - 語源・由来
古代ギリシャ語の「ἐλπίς(希望、期待)」の対格形-ίδαから。
ελπίδα(エルピーダ) - 関連項目
関連ページ
関連カテゴリー
ελπίδα(エルピーダ) - 女性名詞
主な意味
- 希望、期待
英語訳
- hope, expectation
読み方
- エルピーダ|ελπίδα
ラテン文字(ローマ字)表記
- elpida
用例
- 良いことの実現を願う、見込む「希望」や「期待」として:
- έχω την ελπίδα ότι θα επιτύχουμε / 成功するという希望を持っている / I have the hope that we will succeed
- γλυκιά ελπίδα / 甘い期待 / sweet hope
- διαψεύδεται η ελπίδα / 期待が裏切られる / hope is disappointed
- η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία / 希望は常に最後に死ぬ(最後まで希望を持つという意味の表現) / hope dies last
- 将来の成功や幸福の支えとなる「希望」として:
- εσύ είσαι η ελπίδα της ζωής μου / 君は私の人生の希望だ / you are the hope of my life
- η τελευταία του ελπίδα ήταν η κληρονομιά του θείου του / 彼の最後の希望は叔父の遺産だった / his last hope was his uncle's inheritance
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | ελπίδα | ελπίδες |
属格 | ελπίδας | ελπίδων |
対格 | ελπίδα | ελπίδες |
呼格 | ελπίδα | ελπίδες |