ορείχαλκος(オリハルコス)は「黄銅、真鍮、ブラス」という意味の男性名詞です。
目次
ορείχαλκος(オリハルコス)- 語源・由来
古代ギリシャ語のὀρείχαλκοςを継承。
青銅はκρατέρωμα(クラテーロマ)と言います。
ορείχαλκος(オリハルコス)- 関連項目
同じ分類 [金属] の単語
同じ分類 [材料] の単語
- κροκάλα|小石、玉石、礫
- κρατέρωμα|青銅、ブロンズ
- κλωστή|糸
- πέτρα|岩、石
- άργιλος|粘土
- σπάγκος|糸、ひも・紐
- λίθος|石
- πηλός|粘土
- βότσαλο|小石、玉石、礫
同じ品詞 [男性名詞] の単語
- μαϊντανός|パセリ
- πολιτισμός|文明、文化
- αδάμας|ダイヤモンド
- διαλογισμός|瞑想
- κοκοφοίνικας|ココヤシ、ココナッツの木
- τάπητας|マット、敷物
- αποκρυφισμός|オカルト、オカルティズム、隠秘学、神秘学
- ύπνος|睡眠・眠り、ヒュプノス
- μονόκερως|ユニコーン、いっかくじゅう座
- μύθος|神話
同じ品詞 [男性名詞-ος-οι] の単語
- αδερφός|兄弟、兄、弟
- ύπνος|睡眠・眠り、ヒュプノス
- φάκελος|封筒、フォルダ
- πηλός|粘土
- μύθος|神話
- διαλογισμός|瞑想
- κόσμος|宇宙、コスモス、世界、地球、人々、社会
- ίσκιος|影、陰
- άργιλος|粘土
- τάφος|墓
関連ページ
関連カテゴリー
ορείχαλκος(オリハルコス)- 男性名詞
主な意味
- 黄銅、真鍮、ブラス
読み方
- オリハルコス|ορείχαλκος
ラテン文字(ローマ字)表記
- oreichalkos
英語訳
- brass
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | ορείχαλκος オリハルコス | ορείχαλκοι オリハルキ |
属格 | ορειχάλκου ορείχαλκου | ορειχάλκων ορείχαλκων |
対格 | ορείχαλκο | ορειχάλκους ορείχαλκους |
呼格 | ορείχαλκε | ορείχαλκοι |