φωτογραφία(フォトグラフィア)は「写真」という意味の女性名詞です。
目次
φωτογραφία(フォトグラフィア)- 語源・由来
フランス語からの翻訳借用。元は古代ギリシャ語の「光」と「書く、記す」から。
- フランス語:photographie|写真
- ギリシャ語:φωτογραφία|写真
φωτογραφία(フォトグラフィア)- 関連項目
同じ分類 [メディア] の単語
同じ分類 [芸術] の単語
同じ分類 [γράφω] の単語
同じ品詞 [女性名詞] の単語
- θεραπεία|癒やし、ヒーリング、治療、セラピー
- λαογραφία|伝承
- πραγματικότητα|現実、現存
- αναλήθεια|嘘、不真実
- γυναίκα|女性、妻
- νεκροκεφαλή|ドクロ・髑髏、スカル、頭蓋骨
- αχλαδομηλιά|ナシの木、和梨の木
- σκιά|影、日陰、陰
- αϋπνία|不眠、不眠症
同じ品詞 [女性名詞-α-ες] の単語
- τροχαλία|滑車
- πεζοπορία|ハイキング、ウォーキング
- πικραλίδα|タンポポ、チコリー
- παρτιτούρα|楽譜
- μακροβιότητα|長寿、長命、長生き
- βερικοκιά|アンズの木
- γαρδένια|クチナシ、梔子
- κανέλα|シナモン(スパイス)
- εφημερίδα|新聞
- πραγματικότητα|現実、現存
φωτογραφία(フォトグラフィア)- 女性名詞
主な意味
- 写真
- 写真(一連の技術、プロセス)
読み方
- フォトグラフィア|φωτογραφία
ラテン文字(ローマ字)表記
- fotografia
英語訳
- photograph, photo, snapcard
- photography
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | φωτογραφία フォトグラフィア | φωτογραφίες フォトグラフィエス |
属格 | φωτογραφίας | φωτογραφιών |
対格 | φωτογραφία | φωτογραφίες |
呼格 | φωτογραφία | φωτογραφίες |