αϋπνία(アイプニア)は「不眠、不眠症」という意味の女性名詞です。
目次
αϋπνία(アイプニア)- 語源・由来
古代ギリシャ語の「眠り, ὕπνος」に、否定の接頭辞がついた単語(👉ύπνος)。
αϋπνία(アイプニア)- 関連項目
同じ分類 [生物学] の単語
- ολιγοζωία|短命
- μακροημέρευση|長寿、長命、長生き
- ανασαιμιά|呼吸、息、息抜き、休息
- ανάσα|呼吸、息、息抜き、休息
- νεκροκεφαλή|ドクロ・髑髏、スカル、頭蓋骨
- αναπνοή|呼吸、息、息抜き、休息
- μακροζωία|長寿、長命、長生き
- ύπνος|睡眠・眠り、ヒュプノス
- μακροβιότητα|長寿、長命、長生き
同じ分類 [人] の単語
- βασιλιάς|王、キング(チェス)、王者
- ειρήνη|平和、平静、調和
- θρύλος|伝説
- ηρεμία|落ち着き、平穏、平和、静けさ
- ήρωας|英雄、ヒーロー、主人公(男)
- εκατομμυριούχος|富豪、お金持ち、ミリオネア、百万長者
- μακροημέρευση|長寿、長命、長生き
- φίλος|友達(男)
- συγκέντρωση|集中、集まり、収集、濃度
同じ品詞 [女性名詞] の単語
- Ύδρα|ヒュドラー、うみへび座、ヒドラ、イドラ島
- αναπνοή|呼吸、息、息抜き、休息
- ζηλοφθονία|嫉妬、強い嫉妬、羨望
- κλωστή|糸
- τράπεζα|銀行、テーブル
- φράουλα|イチゴ、苺
- θεά|女神
- φωτεινότητα|明るさ、輝度、光度
- ορτανσία|アジサイ
- βροντή|雷、雷鳴
同じ品詞 [女性名詞-α-ες] の単語
- ώρα|…時、時間
- Γιαπωνέζα|日本人女性
- πατρίδα|祖国、母国、故郷、出生地、発祥地
- πραγματικότητα|現実、現存
- σκύλα|犬(メスの犬)
- αλήθεια|真実、真理、事実
- μακροζωία|長寿、長命、長生き
- λαογραφία|伝承
- νότα|音符
- θεά|女神
関連カテゴリー
αϋπνία(アイプニア)- 女性名詞
主な意味
- 不眠、不眠症
読み方
- アイプニア|αϋπνία
ラテン文字(ローマ字)表記
- aypnia
英語訳
- sleeplessness, insomnia
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | αϋπνία アイプニア | αϋπνίες アイプニエス |
属格 | αϋπνίας アイプニアス | αϋπνιών アイプニオン |
対格 | αϋπνία | αϋπνίες |
呼格 | αϋπνία | αϋπνίες |