γυναίκα(イネーカ)は「女・女性、妻」という意味の女性名詞です。
目次
γυναίκα - 名詞(女性名詞)
主な意味
- 女・女性
- 妻
読み方
- イネーカ|γυναίκα
ラテン文字(ローマ字)表記
- gynaika
英語訳
- woman
- wife
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | γυναίκα | γυναίκες |
属格 | γυναίκας | γυναικών |
対格 | γυναίκα | γυναίκες |
呼格 | γυναίκα | γυναίκες |
γυναίκα - 関連項目
関連ページ
関連カテゴリー
同じ分類 [家族] の単語
同じ品詞 [女性名詞] の単語
- φωτογραφία|写真
- γνώση|知識
- λατρεία|崇拝、大きな愛、愛する人
- τράπεζα|銀行、テーブル
- σύγκρουση|争い、衝突
- αναλήθεια|嘘、不真実
- πραγματικότητα|現実、現存
- ευχαρίστηση|喜び、楽しみ、快楽、快感
- αχλαδομηλιά|ナシの木、和梨の木