αδερφή(アデルフィ)は「姉妹、姉、妹」という意味の女性名詞です。αδελφήと綴ることもあります。
目次
αδερφή(アデルフィ)- 語源・由来
→αδερφός(兄弟)
αδερφή(アデルフィ)- 関連項目
同じ分類 [家族] の単語
同じ品詞 [女性名詞] の単語
- μοκέτα|絨毯、ラグ
- ανασαιμιά|呼吸、息、息抜き、休息
- ανάφλεξη|発火、点火
- πικραλίδα|タンポポ、チコリー
- Μεγάλη Άρκτος|おおぐま座
- λαχτάρα|憧れ、欲望
- ερευνήτρια|研究者、探偵(女)
- καρδιά|心、心臓、ハート
- τράπεζα|銀行、テーブル
同じ品詞 [女性名詞-η-ες] の単語
- βροχή|雨
- δύση|西、日没(時)
- αστραπή|稲妻、雷光
- νεκροκεφαλή|ドクロ・髑髏、スカル、頭蓋骨
- αγάπη|愛、アガペー
- ψυχή|魂、心
- επιστολή|手紙、書簡
- σκανδάλη|トリガー、引き金
- λάσπη|泥
関連ページ
関連カテゴリー
αδερφή(アデルフィ)- 女性名詞
主な意味
- 姉妹、姉、妹
読み方
- アデルフィ|αδερφή
ラテン文字(ローマ字)表記
- aderfi
英語訳
- sister
語形変化
単数 | 複数 | |
---|---|---|
主格 | αδερφή アデルフィ | αδερφές αδερφάδες アデスフェス・アデルファデス |
属格 | αδερφής | αδερφών αδερφάδων |
対格 | αδερφή | αδερφές αδερφάδες |
呼格 | αδερφή | αδερφές αδερφάδες |